Τρία κόμματα της Άκρας Δεξιάς εισήλθαν στο ελληνικό κοινοβούλιο με τις εκλογές της 25ης Ιουνίου 2023 και αυτή η θεσμική εκπροσώπησή τους, σε συνδυασμό με το άθροισμα της εκλογικής δύναμής τους, παράγει εκ των πραγμάτων πολιτικές συνέπειες. Στο άρθρο τους οι πολιτικές επιστήμονες Λαμπρινή Ρόρη και Βασιλική Γεωργιάδου χαρτογραφούν αυτά τα τρία κόμματα, αναλύουν τις θέσεις τους και εντοπίζουν το στίγμα τους εντός του πλαισίου της συγκεκριμένης πολιτικής οικογένειας.
Ένα από τα εντυπωσιακότερα σημεία των βουλευτικών εκλογών της 25ης Ιουνίου 2023 αποτελεί το εύρος της απόστασης που σημειώθηκε μεταξύ του πρώτου (Νέα Δημοκρατία, 40,56%) και του δεύτερου κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ, 17,83%). Θα πρέπει να μεταφερθούμε στις πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης, το 1974, προκειμένου να συναντήσουμε ένα αντίστοιχο εύρος διαφοράς όσον αφορά την απόσταση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων και την εκλογική δυναμική τους στην κομματική αρένα. Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, όλα τα κόμματα της εν τη ευρεία εννοία (Κεντρο-)Αριστεράς αθροίζουν συνολικά ένα εκλογικό ποσοστό κατά τι μικρότερο εκείνου που συγκεντρώνει μόνη της η ΝΔ, υπολειπόμενα ωστόσο σημαντικά σε επίπεδο εκλογικών εδρών της κοινοβουλευτικής της δύναμης (ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και Πλεύση Ελευθερίας διαθέτουν από κοινού 50 έδρες λιγότερες από τις έδρες της ΝΔ). Πρόκειται για ένα γεγονός που καταδεικνύει μια εγγενή ανισορροπία, η οποία εντοπίζεται στο πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα: μια εκλογικά και κοινοβουλευτικά ισχυρή ΝΔ έχει απέναντί της τόσο μια αδύναμη αξιωματική αντιπολίτευση –ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει λιγότερο από το ένα έκτο των εδρών που απαιτούνται για την υποβολή πρότασης δυσπιστίας– όσο και μια κατακερματισμένη Αριστερά, με πολλές επιμέρους συνιστώσες (κομμουνιστική, ριζοσπαστική, σοσιαλδημοκρατική, προσωποπαγής-αντικαθεστωτική) να εκπροσωπούνται στην παρούσα βουλή.
Η ΝΔ και η θέση της στον δεξιό χώρο
Παρότι η ΝΔ έφερε ένα πολύ υψηλό εκλογικό σκορ (>40%) τόσο στις εκλογές της 21ης Μαΐου όσο και στις επαναληπτικές της 25ης Ιουνίου, δεν είναι μόνη της στον εν τη ευρεία εννοία κεντρο-δεξιό πόλο. Καταρχάς στα αριστερά της το ανερχόμενο ΠΑΣΟΚ βάζει κάποιο φρένο στην περαιτέρω μετακίνησή της προς το κέντρο του ιδεολογικο-πολιτικού άξονα: όπως προκύπτει από τα δεδομένα του exit poll, η ΝΔ διαθέτει μια κυριαρχική διείσδυση στους εκλογείς με κεντροδεξιά τοποθέτηση –το 83,5% από αυτούς ψηφίζει τη ΝΔ–, διαθέτει όμως σαφώς μικρότερη επιρροή στους εκλογείς με κεντρώα ιδεολογική αυτοτοποθέτηση (35,6%) (κοινό exit poll, Ιούνιος 2023). Επιπλέον, στα δεξιά της η τριπλέτα των κομμάτων της Άκρας Δεξιάς –Σπαρτιάτες, Ελληνική Λύση και Νίκη–, που πλέον εκπροσωπείται στη νέα βουλή, δεν καθιστά εκλογικά απρόσκοπτη μια κεντρώα στροφή του κυβερνώντος κόμματος, η οποιαδήποτε μετακίνηση του οποίου προς το κέντρο του ιδεολογικο-πολιτικού άξονα μεγαλώνει την απόστασή του από τον ακροδεξιό χώρο, αφήνοντας στα κόμματα της Άκρας Δεξιάς περισσότερες δυνατότητες εκλογικής διεκδίκησης. Όπως αποτυπώθηκε στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, η διείσδυση της ΝΔ στα δεξιά της είναι μικρότερη από εκείνη στα αριστερά της· με δεδομένο βέβαια ότι δεξιότερά της συγκεντρώνεται μικρό ποσοστό εκλογέων –μόλις 2,1% αυτοτοποθετούνται στην Άκρα Δεξιά– δεν καθιστά σημαντικές τις όποιες απώλειες εκ μέρους της ΝΔ. Οι απώλειες όμως αυτές γίνονται μεγαλύτερες, αν ληφθεί υπόψη και η επίσης περιορισμένη διείσδυση της ΝΔ στο τμήμα των εκλογέων (13,4%) που αρνείται να τοποθετηθεί στον άξονα Αριστεράς – Δεξιάς, στο οποίο τα κόμματα στα δεξιά της ΝΔ διαθέτουν σαφώς ισχυρότερη διείσδυση: τη ΝΔ δείχνει να ψηφίζει το 21,2%, έναντι του 30% που αθροίζουν τα τρία ακροδεξιά κόμματα, μεταξύ των εκλογέων που θεωρούν ότι η τοποθέτηση στον ιδεολογικο-πολιτικό άξονα δεν σημαίνει κάτι και είναι ξεπερασμένη (κοινό exit poll, Ιούνιος 2023).
Συμβαίνει για πρώτη φορά από το 1974 έως σήμερα τρία «καθαρόαιμα» κόμματα της κομματικής οικογένειας της Άκρας Δεξιάς να εκπροσωπούνται στο εθνικό κοινοβούλιο. Στις εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, εκτός από τη Χρυσή Αυγή (ΧΑ) και τους Ανεξάρτητους Έλληνες (ΑΝΕΛ), το δρόμο για τα κοινοβουλευτικά έδρανα είχε πάρει και η Ένωση Κεντρώων, ένα κόμμα μεταιχμιακό (borderline) όσον αφορά τις θέσεις του, ορισμένες από τις οποίες (στάση εναντίον του πολιτικού κατεστημένου και των κομματικών ελίτ, υπέρ της ακύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών και της άμεσης απέλασης μη καταγεγραμμένων μεταναστών) ταυτίζονται με εκείνες των κομμάτων της Άκρας Δεξιάς. Στην παρούσα σύνθεση της ελληνικής βουλής που προέκυψε από τις εκλογές της 25ης Ιουνίου 2023, ωστόσο, εκπροσωπούνται τρία κόμματα της ελληνικής Άκρας Δεξιάς τα οποία είναι τυπικοί εκπρόσωποι της συγκεκριμένης κομματικής οικογένειας, αποτυπώνοντας τις δύο κύριες συνιστώσες της: τη ριζοσπαστική-λαϊκιστική Δεξιά και την εξτρεμιστική Δεξιά (Georgiadou, Rori, Roumanias 2018).
Σπαρτιάτες
Το κόμμα Σπαρτιάτες (4,63%) ιδρύθηκε το 2017 αυτοπροσδιοριζόμενο ως «εθνική πατριωτική φωνή». Πριν λειτουργήσει ως πολιτικό κόμμα παρουσιαζόταν ως ένα δίκτυο άσκησης φιλανθρωπικού έργου και παροχής κοινωνικών υπηρεσιών μόνο για Έλληνες, δράση που σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του επικεφαλής του συνεχίζει μέχρι σήμερα. Γνωστό έγινε, ωστόσο, μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου 2023, στις οποίες δεν είχε πάρει καν μέρος, και καθ’ οδόν προς τις επαναληπτικές εκλογές της 25ης Ιουνίου, όταν ο έγκλειστος στις φυλακές πρωτόδικα καταδικασμένος για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση χρυσαυγίτης Ηλίας Κασιδιάρης με δήλωσή του στις 8/6/2023 εξέφρασε τη στήριξή του στο συγκεκριμένο κόμμα, προτρέποντας τους οπαδούς του να το ψηφίσουν.
Πρόκειται για ένα κόμμα εθνικιστικό, που ενώ αναγνωρίζει το ρόλο της ορθόδοξης εκκλησίας ως θεματοφύλακα της γλώσσας και της εθνικής παράδοσης, ξεκαθαρίζει ότι δεν προτάσσει τη θρησκεία και την πίστη στη διαμόρφωση των θέσεών του. Αντίθετα εστιάζει στην προστασία του έθνους και του ελληνικού πολιτισμού από τους μετανάστες, ενάντια στους οποίους εκφράζεται με τρόπο αιχμηρό: αναφέρεται στην ισλαμοποίηση της χώρας, στο διαχωρισμό των ελληνόψυχων ή αυθεντικών Ελλήνων από τους ελληνόφωνους που έχουν κατακλύσει την Ελλάδα, ενώ προτάσσει πολιτικές ακραία αντιμεταναστευτικές, τόσο σε σχέση με τη διαχείριση των συνόρων στην προοπτική της στεγανοποίησής τους όσο και σε σχέση με το ζήτημα της ένταξης των μεταναστών, ζητούμενο που σύμφωνα με το κόμμα αποκλείεται να μπορεί να εκπληρωθεί και αυτός είναι ένας λόγος που προβάλλει προκειμένου να δικαιολογήσει την αντιμεταναστευτική στάση του.
Η ελληνοκεντρική προσέγγιση διατρέχει όλους τους τομείς της πολιτικής του συγκεκριμένου κόμματος, χωρίς ωστόσο να λείπουν θετικές αναφορές στις ευρωπαϊκές αξίες και στην ενωμένη Ευρώπη. Η εναντίωση στα σύγχρονα πρότυπα ζωής είναι διάχυτη στις θέσεις του: η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα εμφανίζεται ως μια έκφραση ανωμαλίας, τις διεκδικήσεις της οποίας αντιμάχεται χωρίς την παραμικρή υποχώρηση. Οι Σπαρτιάτες δίνουν προτεραιότητα στην αριστεία και στην επιχειρηματικότητα και προβάλλονται ως ένα κόμμα που υπερασπίζεται την αγορά. Τόσο η αισθητική όσο και οι πολιτικές που προτείνουν έχουν έντονο το μιλιταριστικό στοιχείο: οι ένοπλες δυνάμεις έχουν προεξάρχουσα θέση τόσο στο καταστατικό όσο και στις θέσεις του κόμματος. Παρά το ότι μένει να δούμε κατά πόσο θα εξελιχθεί σε ένα διάδοχο της ΧA κόμμα (Dinas et al. 2016) και τι πρακτικές θα ακολουθήσει, καταστατικά δεν φαίνεται να αντιμάχεται το πολίτευμα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Διακρίνεται πάντως από ένα αφήγημα που προβάλλει λυτρωτικά μοτίβα («να σώσουμε την πατρίδα μας ηθικά, πολιτικά, γεωγραφικά»), ενώ στην εκφραστικότητα του κόμματος στη δημοσιότητα εντοπίζονται στοιχεία ενός πολιτικού λόγου με ολοκληρωτικές νύξεις («δύναμη για τη μάχη», «διαχρονική ομοψυχία» κλπ.).
Ελληνική Λύση
Η Ελληνική Λύση (ΕΛ) (4,44%) είναι το μόνο από τα τρία κόμματα που σήμερα εκπροσωπούνται στη βουλή το οποίο διαθέτει προηγούμενη θητεία τόσο στο εθνικό όσο και στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Ιδρύθηκε το 2016 και ευνοήθηκε από την εκλογική κατάρρευση της ΧΑ. Πρόκειται για ένα κόμμα που διαθέτει χαρακτηριστικά μοτίβα της λαϊκιστικής-ριζοσπαστικής εκδοχής της Άκρας Δεξιάς: εναντίωση στο πολιτικό κατεστημένο και καταγγελία των κομματικών ελίτ, νατιβισμός και εθνική προτεραιότητα, επίκληση μιας «δυναμικής δημοκρατίας» που κοντράρει στη «στατική» και «εξαρτημένη από τα οικονομικά συμφέροντα» κοινοβουλευτική εκδοχή της. Κεντρικό στοιχείο στο προφίλ της ΕΛ είναι η ροπή στη συνωμοσιολογία και τα fake news. O αρχηγός της ΕΛ έχει εκπομπές σε μικρά τηλεοπτικά κανάλια, από τις οποίες προβάλλει την εικόνα μιας χώρας που βάλλεται πανταχόθεν, με τον ίδιο να προμοτάρει «λύσεις» για τη «σωτηρία» της. Σε αυτές τις «λύσεις» ανήκουν τόσο η ορθοδοξία όσο και η ομόθρησκη Ρωσία και ο πρόεδρός της Βλαντίμιρ Πούτιν. Η ΕΛ πρεσβεύει την άποψη ότι η στροφή προς τη Ρωσία και η αξιοποίηση της ορθοδοξίας μπορούν να δώσουν διέξοδο στα προβλήματα και τα ρίσκα –οικονομικά και πολιτισμικά– που αντιμετωπίζει η χώρα. Πρόκειται για ένα ακραιφνώς ρωσόφιλο κόμμα, που τάχθηκε εναντίον των ευρωπαϊκών κυρώσεων στη Ρωσία μετά την εισβολή της τελευταίας στην Ουκρανία.
Σε ό,τι αφορά το οικονομικό της πρόγραμμα, η ΕΛ καλλιεργεί ένα μεικτό αφήγημα τασσόμενη αφενός μεν υπέρ της οικονομικής αγοράς και της επιχειρηματικότητας, αφετέρου όμως και υπέρ της κρατικής παρεμβατικότητας σε ζητήματα κοινωνικής πρόνοιας – αν και με ένα σαφές εθνικο-σοβινιστικό πρόσημο, υπό την έννοια ότι προωθεί κοινωνικές πολιτικές με αυστηρά εθνοκεντρικά κριτήρια (Georgiadou, Mavropoulou 2022). Σε ό,τι αφορά, τέλος, ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, η ΕΛ τάχθηκε με δριμύτητα εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών και μετείχε στις κινητοποιήσεις εναντίον της υπογραφής της που σημειώθηκαν σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, προπάντων της Κεντρικής Μακεδονίας, όπου η ΕΛ έχτισε τα εκλογικά της κάστρα, τα οποία και συντηρεί μέχρι σήμερα.
Νίκη
Η Νίκη (3,69%) ιδρύθηκε το 2017, όμως πρωτοδραστηριοποιήθηκε εκλογικά στις εκλογές του Μαΐου 2023. Αυτοαποκαλείται Δημοκρατικό Πατριωτικό Κίνημα που έχει σκοπό «τη νίκη του ελληνισμού και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας». Πρόκειται για υπερσυντηρητικό, θρησκευτικό κόμμα που στηρίχθηκε σε ένα δίκτυο ιερέων αλλά και μοναχών του Αγίου Όρους, θρησκευτικών και παραθρησκευτικών οργανώσεων που εντοπίζονται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα. H πρωτοκαθεδρία της εκκλησίας έναντι του κράτους είναι κεντρική θέση του κόμματος. Η Νίκη εκφράζει έντονη ρωσοφιλία, με υπόβαθρο την ορθόδοξη πίστη, ενώ εναντιώθηκε με πάθος στη Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία εξακολουθεί να θεματοποιεί, αναδεικνύοντας το ζήτημα ως ένα σημαντικό διακύβευμα. Τόσο ο λόγος όσο και οι θέσεις της Νίκης είναι έντονα αρχαϊκές: προσκολλημένη στην ορθόδοξη θρησκευτική παράδοση, εμφορείται από έντονα αρνητικά συναισθήματα για το παρόν της πατρίδας και από μια εξιδανικευμένη νοσταλγία για το παρελθόν της. Το συναίσθημα της ντροπής, της θυματοποίησης και της ματαίωσης δομεί ένα αφήγημα περί βιολογικής, πνευματικής και εδαφικής αυτοκαταστροφής της Ελλάδας.
Το κόμμα αντιμάχεται τις φιλελεύθερες αξίες, τον σύγχρονο τρόπο ζωής και την ΕΕ. Εκφράζεται εναντίον των κομμάτων και αναγνωρίζει ως αποστολή της την «κατάργηση της κομματοκρατίας», ενώ αρνείται το διαχωρισμό Αριστεράς – Δεξιάς στην πολιτική, διεκδικώντας ότι εκφράζει «το όλον». Χρησιμοποιώντας αρχαιοελληνικά μοτίβα, κάνει λόγο για την ελληνικότητα της Μακεδονίας και τις εθνικές απειλές που μας περιβάλλουν, με την ορθοδοξία να προβάλλει ως παράγοντας αναχαίτισης των απειλών αυτών. Ο πανισλαμισμός, ο πανσλαβισμός και η Τουρκία αναγνωρίζονται ως προεξάρχουσες απειλές. Στο κομματικό της πρόγραμμα εντοπίζονται σαφή αντιεμβολιαστικά μοτίβα, αντιμεταναστευτικές θέσεις, ενώ το πλαίσιο θεώρησης του δημογραφικού γίνεται μέσα από μια υπερσυντηρητική οπτική.
Γεωγραφική κατανομή
Το εθνικολαϊκιστικό υπόβαθρο και το αντιεμβολιαστικό μοτίβο είναι κοινά στα τρία κόμματα, καθώς και η νοσταλγία για ένα εξιδανικευμένο παρελθόν, για τις εθνικές παραδόσεις και τις ιστορικές και θρησκευτικές ρίζες. Με όρους εκλογικής γεωγραφίας, τα τρία κόμματα συγκεντρώνουν στην Ανατολική και στην Κεντρική Μακεδονία και τη Θράκη υψηλότερα ποσοστά από τη μέση εκλογική τους δύναμη. Η Ελληνική Λύση και η Νίκη συγκεντρώνουν επίσης υψηλά ποσοστά στην Ανατολική Ελλάδα και στην Πελοπόννησο, ενώ οι Σπαρτιάτες και η Ελληνική Λύση συγκεντρώνουν επίσης δυνάμεις στα νησιά του Ιονίου, του Αιγαίου και στην Κρήτη, έχοντας οι πρώτοι μια μεγαλύτερη διασπορά στην εθνική επικράτεια σε σύγκριση με τα άλλα δύο ακροδεξιά κόμματα.
Μπορεί ο κατακερματισμός του ακροδεξιού χώρου να τα καθιστά μικρότερο κίνδυνο με όρους κομματικού ανταγωνισμού από αυτόν που θα αποτελούσαν αν ο ακροδεξιός πόλος ήταν ενιαίος, όμως το νέο δεδομένο της θεσμικής εκπροσώπησης, σε συνδυασμό με το άθροισμα της εκλογικής δύναμής τους, παράγει εκ των πραγμάτων πολιτικές συνέπειες. Όντας πλέον στην κοινοβουλευτική αρένα, τα τρία ακροδεξιά κόμματα έχουν πλείστες ευκαιρίες για προπαγάνδιση των ιδεών τους, αλλά και έκθεσης της συμπεριφοράς και των πρακτικών τους, ένα νόμισμα δηλαδή με δύο όψεις. Οι πρόσφατες βουλευτικές εκλογές κατέδειξαν περισσότερο εμφατικά ό,τι και οι προηγούμενες (Γεωργιάδου, Ρόρη 2022), ότι δηλαδή υπάρχουν διαθέσιμες εκλογικές δεξαμενές που μπορεί να τροφοδοτήσουν την Άκρα Δεξιά και να ενισχύσουν την εκλογική παρουσία της.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Dinas, E., Georgiadou, V., Konstantinidis, I., & Rori, L. (2016). From dusk to dawn: Local party organisation and party success of right-wing extremism. Party Politics, 22(1), 80–92. https://doi.org/10.1177/1354068813511381
Georgiadou, V., Mavropoulou, J. (2022). “The Greek Solution”. In Friedrich Ebert Foundation, Populism in Europe, https://athens.fes.de/projekte/populism-in-europe.
Γεωργιάδου, Β., Ρόρη, Λ. (2022). “Η Άκρα Δεξιά στη μεταμνημονιακή εποχή. Κίνητρα ψήφου, διαθεσιμότητα και ελλοχεύουσα δυναμική”. Σε Β. Αρανίτου, Β. Γεωργιάδου, Μ. Τσατσάνης (επιμ.), Η εκλογική συμπεριφορά των Ελλήνων. Ανάμεσα στα μνημόνια και την πανδημία. Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg.
Georgiadou, V., Rori L., Roumanias C. (2018). “Mapping the European far right in the 21st century: A meso-level analysis”, Electoral Studies, 54, 103-115, https://doi.org/10.1016/j.electstud.2018.05.004.